εὐμαρέα

εὐμαρέα
εὐμαρής
easy
neut nom/voc/acc pl (epic ionic)
εὐμαρής
easy
masc/fem acc sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Εὐμάρεα — Εὐμάρης masc acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐμαρέ' — εὐμαρέο , εὐμαρέω have abundance pres imperat mp 2nd sg (epic ionic) εὐμαρέαι , εὐμαρέω have abundance pres ind mp 2nd sg (epic ionic) εὐμαρέο , εὐμαρέω have abundance imperf ind mp 2nd sg (epic ionic) εὐμαρέα , εὐμαρής easy neut nom/voc/acc pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευμαρής — (μέσα 6ου αι. π.Χ.). Αθηναίος ζωγράφος. Χρησιμοποίησε πρώτος τη διχρωμία, ώστε να είναι εμφανής η διάκριση των ανδρικών από τα γυναικεία σώματα στη ζωγραφική. * * * εὐμαρής, ές (Α) 1. ευχερής, εύκολος (α. «ευμάρεα προλέξαις», Αλκ. β. «εὐμαρὲς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”